Η ΜΕΘΟΔΟΣ
Ο άνθρωπος μαθαίνει βασικά με τη μίμηση. Ο ενήλικας όμως έχει διαμορφώσει ήδη την σκέψη του στη μητρική του γλώσσα και μπορεί να μιμηθεί, μόνο χρησιμοποιώντας τη λογική, δηλαδή ρωτώντας πάντα γιατί συμβαίνει κάτι. Αυτό καθιστά την εκμάθηση μίας γλώσσας δύσκολη, καθώς υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στην μητρική και τη γλώσσα-στόχο. Οι απαντήσεις στο γιατί που δίνονται αυτόματα από το μαθητή, αλλά και από δασκάλους, δεν είναι σωστές ή είναι αφελείς. Αυτό οφείλεται στο ότι για την κατανόηση της αιτίας αυτών των διαφορών ανάμεσα στις γλώσσες, χρειάζεται εις βάθος έρευνα και των δύο γλωσσών.
Η μέθοδος μας απαντάει στα «γιατί» των μαθητών και τους μαθαίνει να κινούνται δημιουργικά μέσα στη γλώσσα. Υφαίνει στο γλωσσικό κέντρο τους ένα πλέγμα σωστών δομών, το οποίο μπορούν σύμφωνα με τις ανάγκες και τις δυνατότητες τους να «ντύσουν» με λεξιλόγιο και εκφράσεις , μιμούμενοι τους γερμανούς αυτόχθονες και ιδιοποιούμενοι μία γλώσσα την οποία κατανοούν σε σχέση με τη δική τους.
Η μέθοδος μας είναι ιδανική στην εποχή της πληροφορίας, διότι δεν δίνει ασύμμετρες ποσότητες δομών, αλλά οργανώνει το νου με γερό σκελετό, για να σκέφτεται και να επιλέγει.
Με τη
Μέθοδο Ελληνογερμανικού Γλωσσικού Συσχετισμού μαθαίνετε εύκολα, γρήγορα και σωστά, γιατί αυτό που λέτε στα
Γερμανικά μπορείτε να το ελέγχετε στα Ελληνικά.
•
Μαθαίνετε εύκολα, γιατί καταλαβαίνετε πώς, πότε και γιατί χρησιμοποιείται η κάθε γλωσσική δομή στα
γερμανικά.
•
Μαθαίνετε γρήγορα, γιατί μπορείτε να οργανώσετε τη μνήμη σας και να συνθέσετε οι ίδιοι εκφράσεις,
που λόγω της διαφορετικότητάς τους χαρακτηρίζονται ως ιδιωματικές.
•
Μαθαίνετε σωστά γιατί μπορείτε με το αίσθημα της μητρικής να ελέγχετε την ορθότητα των προτάσεων που παράγετε στην ξένη γλώσσα.